Τα ψιλά γράμματα του νέου κώδικα ρύθμισης κόκκινων δανείων

Περαιώσεις κατόπιν συνοπτικών ελέγχων
4 Αυγούστου, 2016
Πρόγραμμα 30.000 ελέγχων εναντίον της φοροδιαφυγής
4 Αυγούστου, 2016
Περαιώσεις κατόπιν συνοπτικών ελέγχων
4 Αυγούστου, 2016
Πρόγραμμα 30.000 ελέγχων εναντίον της φοροδιαφυγής
4 Αυγούστου, 2016
Δείτε τα όλα

Τα ψιλά γράμματα του νέου κώδικα ρύθμισης κόκκινων δανείων

[:el]4/8/2016

Τρία πακέτα λύσεων για ιδιώτες αλλά και για επιχειρήσεις με τζίρο έως 1 εκατ. ευρώ δίνει ο νέος Κώδικας Δεοντολογίας για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών που εξέδωσε ο διοικητής της ΤτΕ Γ. Στουρνάρας και έλαβε χθες φύλο ΦΕΚ.

Δίνει το περιθώριο ακόμη και για πλήρη διαγραφή της οφειλής (αν δεν υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία), για την μεταβίβαση/εκποίηση ακινήτου αλλά και για την επανα-απόκτησή του από την τράπεζα υπό προϋποθέσεις. Προβλέπει επίσης διευθέτηση της  οφειλής εντός 6 μηνών με συγκεκριμένα βήματα τα οποία είχε αποκαλύψει το Capital.gr, αλλά και θέτει ως προϋπόθεση ο δανειολήπτης να είναι “συνεργάσιμος”.

Στον αναθεωρημένο Κώδικα Δεοντολογίας, μεταξύ άλλων, εξειδικεύεται περαιτέρω το πεδίο εφαρμογής του, αποσαφηνίζεται σειρά διαδικασιών επικοινωνίας με τους δανειολήπτες και λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, για κοινωνικά ευπαθείς ομάδες και για περιπτώσεις δανείων με πολλαπλούς πιστωτές.

Τα στάδια
Η διαδικασία επίλυσης των καθυστερήσεων προβλέπει πέντε στάδια:
1: Επικοινωνία με τον δανειολήπτη
2: Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών από τον δανειολήπτη
3: Αξιολόγηση οικονομικών στοιχείων
4: Πρόταση κατάλληλης λύσης
5: Διαδικασία εξέτασης ενστάσεων

Οι διατάξεις εφαρμόζονται και σε δάνεια που έχουν χορηγηθεί με εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου, με την επιφύλαξη, ως προς την εν τέλει υλοποίηση τυχόν εξευρεθείσας λύσης, της συναίνεσης του Δημοσίου όπου αυτή απαιτείται από τη σύμβαση εγγυήσεως.

Εξαιρούνται από τις διατάξεις του κώδικα:
α) απαιτήσεις από συμβάσεις που έχουν ήδη καταγγελθεί πριν από την 1.1.2015,
β) απαιτήσεις έναντι δανειολήπτη που έχει υποβάλει αίτηση υπαγωγής στο Νόμο 3869/2010, για την οποία έχει ορισθεί δικάσιμος,
γ) απαιτήσεις έναντι δανειολήπτη, κατά του οποίου τρίτοι πιστωτές έχουν κινήσει δικαστικές ενέργειες για την εξασφάλιση προς αυτούς χρεών ή έχει ήδη τεθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

Το έργο αναλαμβάνουν πλήρως οι τράπεζες.  Εάν δεν υπάρξει συμφωνία αμε τον δανειολήπτη,  τότε η διαφωνία τους μπορεί να επιλύεται εξωδικαστικά μέσω του Συνηγόρου του Καταναλωτή ή άλλων φορέων με αντικείμενο τη διαμεσολάβηση, καταχωρισμένων στο σχετικό  μητρώο.

Προϋπόθεση είναι ο δανειολήπτης να χαρακτηριστεί “συνεργάσιμος” και αφετηρία των προθεσμιών που συναρτώνται με τη διατήρηση του χαρακτηρισμού δανειολήπτη ως “συνεργάσιμου” είναι η εκάστοτε ημερομηνία παραλαβής εκ μέρους του της κλήσεως του από την τράπεζα για παροχή στοιχείων.

Τα τρία πακέτα λύσεων
Σε παράρτημα του κώδικα περιλαμβάνονται τα τρία πακέτα λύσεων “ενδεικτικά” που περιλαμβάνουν έως και διαγραφή οφειλής. “Σκοπός του παρόντος δεν είναι η εξαντλητική παράθεση όλων των δυνατών τύπων ρυθμίσεων και διευθετήσεων, αλλά η επιδίωξη μιας ελάχιστης τυποποίησης εκείνων που τυγχάνουν ευρείας εφαρμογής, για σκοπούς συγκρισιμότητας, διαφάνειας και καλύτερης παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας τους, ανά ίδρυμα και σε επίπεδο συστήματος” αναφέρει η ΤτΕ.

Τμήμα Ι – Τύποι βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων.  Ως βραχυπρόθεσμοι τύποι ρυθμίσεων θεωρούνται οι τύποι ρύθμισης με διάρκεια μικρότερη των δύο ετών που αφορούν σε περιπτώσεις όπου οι δυσκολίες αποπληρωμής κρίνονται, βάσιμα, προσωρινές.

(α) Κεφαλαιοποίηση Ληξιπρόθεσμων Οφειλών (“Arrears Capitalization”): H κεφαλαιοποίηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών και η αναπροσαρμογή του προγράμματος αποπληρωμής του οφειλόμενου υπολοίπου.

(β) Τακτοποίηση Ληξιπρόθεσμων Οφειλών (“Arrears Repayment Plan”): Συμφωνία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών με προκαθορισμένο χρονοδιάγραμμα.

(γ) Μειωμένη Δόση Μεγαλύτερη των Οφειλόμενων Τόκων (“Reduced Payment above IO): Μείωση της τοκοχρεωλυτικής δόσης αποπληρωμής σε επίπεδο που υπερβαίνει αυτό που αντιστοιχεί σε αποπληρωμή μόνο τόκων για καθορισμένη βραχυπρόθεσμη περίοδο.

(δ) Καταβολή μόνο Τόκων (“Interest Only”): Κατά τη διάρκεια καθορισμένης βραχυπρόθεσμης περιόδου καταβάλλονται μόνο τόκοι.

(ε) Μειωμένη Δόση Μικρότερη των Οφειλόμενων Τόκων (“Reduced Payment Below Interest Only”): Μείωση της τοκοχρεωλυτικής δόσης αποπληρωμής σε επίπεδο μικρότερο από αυτό που αντιστοιχεί σε αποπληρωμή μόνο τόκων για καθορισμένη βραχυπρόθεσμη περίοδο. Οι ανεξόφλητοι τόκοι κεφαλαιοποιούνται ή διευθετούνται.

(στ) Περίοδος Χάριτος (“Grace Period”): Αναστολή πληρωμών για προκαθορισμένη περίοδο. Οι τόκοι κεφαλαιοποιούνται ή διευθετούνται.

Τμήμα II – Τύποι μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων Κατατάσσονται οι τύποι ρύθμισης με διάρκεια μεγαλύτερη των δύο (2) ετών, με στόχο τη μείωση της τοκοχρεωλυτικής δόσης ή/και της δανειακής επιβάρυνσης, λαμβάνοντας υπόψη συντηρητικές παραδοχές για την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη μέχρι τη λήξη του προγράμματος αποπληρωμής.

(α) Μείωση Επιτοκίου (“Interest Rate Reduction”): Μείωση του επιτοκίου ή του επιτοκιακού περιθωρίου.

(β) Παράταση Διάρκειας(“Loan Term Extension”): Επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου (δηλαδή μετάθεση της συμβατικής ημερομηνίας καταβολής της τελευταίας δόσης του δανείου).

(γ) Διαχωρισμός Οφειλής (“Split Balance”): Διαχωρισμός της οφειλής του δανειολήπτη σε δύο τμήματα (“tranches”): i) το τμήμα του δανείου, το οποίο ο δανειολήπτης εκτιμάται ότι μπορεί να αποπληρώνει, με βάση την υφιστάμενη και την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του, και ii) το υπόλοιπο τμήμα του δανείου, το οποίο τακτοποιείται μεταγενέστερα, με ρευστοποίηση περιουσίας ή άλλου είδους διευθέτηση, η οποία συμφωνείται εξ αρχής από τα δυο μέρη.

(δ) Μερική Διαγραφή Οφειλής (“Partial Debt Forgiveness/ Write Down”): Οριστική διαγραφή μέρους της συνολικής απαίτησης του ιδρύματος, ώστε η εναπομένουσα οφειλή να διαμορφωθεί σε ύψος που εκτιμάται ότι είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί ομαλά.

(ε) Λειτουργική Αναδιάρθρωση Επιχείρησης (“Operational Restructuring”): Αναδιοργάνωση της επιχείρησης, ώστε να καταστεί βιώσιμη και ικανή για την ομαλή εξυπηρέτηση των οφειλών της. Η αναδιοργάνωση μπορεί να περιλαμβάνει ενέργειες όπως η αλλαγή διοίκησης, η πώληση περιουσιακών στοιχείων, ο περιορισμός του κόστους, ο εταιρικός μετασχηματισμός, η ανανέωση πιστωτικών ορίων ή/και η παροχή νέων δανείων.

(στ) Συμφωνία Ανταλλαγής Χρέους με Μετοχικό Κεφάλαιο (“Debt/equity Swap”): Μετατροπή μέρους της οφειλής σε μετοχικό κεφάλαιο, ώστε η εναπομένουσα οφειλή να διαμορφωθεί σε ύψος που εκτιμάται ότι είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί ομαλά.

Τμήμα III – Λύσεις Οριστικής Διευθέτησης Ως λύση οριστικής διευθέτησης ορίζεται οποιαδήποτε μεταβολή του είδους της συμβατικής σχέσης ή ο τερματισμός αυτής, με στόχο την οριστική τακτοποίηση της απαίτησης του ιδρύματος έναντι του δανειολήπτη. Η λύση αυτή μπορεί να συνδυάζεται με παράδοση (εθελοντική) της εμπράγματης εξασφάλισης στο ίδρυμα προς μείωση του συνόλου της απαίτησης ή ακόμα και με οικειοθελή ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων προς τακτοποίηση της απαίτησης.

(α) Λοιπές Εξωδικαστικές Ενέργειες (“Other Out – of Court Settlements”): Οι εξωδικαστικές ενέργειες που δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις παρακάτω κατηγορίες.

(β) Εθελοντική Παράδοση Ενυπόθηκου Ακινήτου (“Voluntary Surrender”): O δανειολήπτης, ο οποίος δεν μπορεί να ανταποκριθεί στους όρους αποπληρωμής ενυπόθηκου δανείου, παραχωρεί οικειοθελώς (δηλαδή χωρίς να απαιτηθεί η προσφυγή σε δικαστικές ενέργειες από πλευράς του ιδρύματος) την κυριότητα του υπέγγυου ακινήτου στο ίδρυμα. Στη σχετική συμφωνία διατυπώνεται σαφώς ο τρόπος διευθέτησης του τυχόν υπολοίπου. Η εν λόγω λύση μπορεί να αφορά οικιστικό ακίνητο ή επαγγελματική στέγη.

(γ) Μετατροπή σε Ενοικίαση/Χρηματοδοτική Μίσθωση (“Mortgage to Rent/ Lease”): O δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στο ίδρυμα υπογράφοντας σύμβαση ενοικίασης/χρηματοδοτικής μίσθωσης, η οποία του εξασφαλίζει τη δυνατότητα μίσθωσης του ακινήτου για ορισμένη ελάχιστη χρονική περίοδο. Η εν λόγω λύση μπορεί να αφορά οικιστικό ακίνητο ή επαγγελματική στέγη.

(δ) Εθελοντική Εκποίηση Ενυπόθηκου Ακινήτου (“Voluntary Sale of Property”): O δανειολήπτης προβαίνει οικειοθελώς σε πώληση του υπέγγυου ακινήτου σε τρίτο με τη σύμφωνη γνώμη του ιδρύματος. Στην περίπτωση που το τίμημα της πώλησης υπολείπεται του συνόλου της οφειλής, το ίδρυμα προβαίνει σε διαγραφή της εναπομένουσας οφειλής. Η εν λόγω λύση μπορεί να αφορά οικιστικό ακίνητο ή επαγγελματική στέγη.

(ε) Διακανονισμός Απαιτήσεων (“Settlement of Loans”): Εξωδικαστική συμφωνία κατά την οποία το ίδρυμα λαμβάνει είτε εφάπαξ καταβολή σε μετρητά (ή ισοδύναμα μετρητών) είτε σειρά προκαθορισμένων τμηματικών καταβολών. Στο πλαίσιο του διακανονισμού το ίδρυμα ενδέχεται να προβαίνει σε μερική διαγραφή της απαίτησης.

(στ) Υπερθεματιστής σε πλειστηριασμό (“AuctionCollateral Repossession”): Το ίδρυμα υπερθεματίζει στον πλειστηριασμό αποκτώντας την κυριότητα του ενυπόθηκου ακινήτου ή άλλης εμπράγματης εξασφάλισης στο πλαίσιο ευρύτερης συμφωνίας οριστικής διευθέτησης της οφειλής με τη συναίνεση του δανειολήπτη.

(ζ) Ολική Διαγραφή Οφειλής (“Full Debt Write – off”): To ίδρυμα αποφασίζει τη διαγραφή του συνόλου της οφειλής εφόσον δεν υπάρχουν ρευστοποιήσιμα στοιχεία και δεν αναμένεται περαιτέρω ανάκτηση.

Τι ισχύει για όσους έχουν πολλά δάνεια
Σε περιπτώσεις πολλαπλών πιστωτών ο κώδικας ορίζει οκτώ αρχές:
Πρώτη αρχή: Όταν ο δανειολήπτης αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες, όλοι οι εμπλεκόμενοι πιστωτές θα πρέπει να είναι διατεθειμένοι να συνεργαστούν μεταξύ τους, ούτως ώστε να υπάρξει επαρκής χρόνος (“περίοδος αναστολής”, “standstill period”) προκειμένου να ληφθούν και να αξιολογηθούν πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη, καθώς και για την προετοιμασία και την αξιολόγηση προτάσεων για την διευθέτηση των απαιτήσεων τους έναντι του δανειολήπτη

Δεύτερη αρχή: Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής, όλοι οι εμπλεκόμενοι πιστωτές συμφωνούν να απέχουν από τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων που έχουν σκοπό τη μείωση της απαίτησης τους προς τον δανειολήπτη.

Τρίτη αρχή: Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής, ο δανειολήπτης δεσμεύεται να μην προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια που θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις απαιτήσεις των εμπλεκόμενων πιστωτών σε σχέση με την κατάσταση κατά την ημερομηνία έναρξης της περιόδου αναστολής.

Τέταρτη αρχή: Τα συμφέροντα των εμπλεκόμενων πιστωτών εξυπηρετούνται καλύτερα, όταν συντονίζονται ως προς τον τρόπο με τον οποίο χειρίζονται τον δανειολήπτη. Ο συντονισμός αυτός είναι δυνατόν να διευκολύνεται, όταν συστήνονται συντονιστικές επιτροπές με εκπροσώπους των εμπλεκόμενων πιστωτών λαμβάνοντας υποστήριξη και επαγγελματιών συμβούλων.

Πέμπτη αρχή: Καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου αναστολής, οι πιστωτές πρέπει να καλέσουν τον δανειολήπτη να παρέχει και να επιτρέπει στους εμπλεκόμενους πιστωτές ή/και επαγγελματίες συμβούλους τους λογική και έγκαιρη πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την οικονομική του κατάσταση, ώστε να καθίσταται δυνατή η καλύτερη αξιολόγηση της για την εξέταση βιώσιμων προτάσεων διευθέτησης των απαιτήσεων των εμπλεκόμενων πιστωτών.

Έκτη αρχή: Οι προτάσεις για την διευθέτηση των απαιτήσεων των εμπλεκόμενων πιστωτών έναντι του δανειολήπτη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ισχύουσα νομοθεσία ως προς την ιεράρχηση των απαιτήσεων.

Έβδομη αρχή: Οι πληροφορίες που συλλέγονται για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας καθώς και τυχόν προτάσεις για την επίλυση των οφειλών, θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε όλους τους εμπλεκόμενους πιστωτές, οι οποίοι θα πρέπει να τις χειρίζονται ως εμπιστευτικές, εκτός εάν αφορούν πληροφορίες ήδη δημόσια διαθέσιμες.

Όγδοη αρχή: Εάν έχει χορηγηθεί πρόσθετη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής στο πλαίσιο τύπου ρύθμισης είναι εύλογο να εξοφλείται κατά προτεραιότητα σε σχέση με τις λοιπές απαιτήσεις των εμπλεκόμενων πιστωτών.

Οι όροι της ρύθμισης
Ο κώδικας αναφέρει ότι κάθε πρόταση για ρύθμιση ή οριστική διευθέτηση οφειλής που υποβάλλεται στον δανειολήπτη είναι γραπτή. Η τράπεζα θα πρέπει να συστήσει Επιτροπή Ενστάσεων συγκροτούμενη από τουλάχιστον τρία ανώτερα στελέχη ανεξάρτητα από τις λειτουργίες χορήγησης, έγκρισης και ελέγχου πιστοδοτήσεων. Σε κάθε περίπτωση που η επιτροπή ενστάσεων εξετάζει συγκεκριμένη ένσταση, για την οποία μέλος της θεωρεί ότι υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ αυτού και του δανειολήπτη ή αυτού και του ιδρύματος, οφείλει να το δηλώσει εγγράφως και να ζητήσει να αντικατασταθεί ή να απέχει από τη λήψη απόφασης επί της συγκεκριμένης ένστασης.

Ο “μη συνεργάσιμος”
Τυχόν κατηγοριοποίηση ως μη συνεργάσιμου ενός δανειολήπτη “μπορεί να έχει συνέπεια το εκπλειστηρίασμα της κύριας κατοικίας του” αναφέρεται στον Κώδικα. Η τράπεζα οφείλει να τον ενημερώσει για το γεγονός αυτό εντός δεκαπέντε ημερολογιακών ημερών σε έγχαρτη μορφή και να γνωστοποιήσει, κατ’ ελάχιστον, τα εξής:

  • Το γεγονός ότι έχει κατηγοριοποιηθεί ως μη συνεργάσιμος και τον/τους ειδικότερο/-ους λόγους για την κατηγοριοποίηση αυτή.
    · Τις λεπτομέρειες αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα, με βάση το οποίο το ίδρυμα προτίθεται να κινηθεί στο μέλλον (π.χ. διαδικασία ρευστοποίησης).
    · Τον κίνδυνο εκποίησης από το ίδρυμα τυχόν εξασφαλίσεων που έχουν παρασχεθεί από τους εγγυητές.
    · Αν ο δανειολήπτης και τυχόν εγγυητές θα εξακολουθούν να είναι υπόχρεοι για τυχόν εναπομένον υπόλοιπο μετά την ενδεχόμενη εκποίηση εξασφαλίσεων, καθώς και τον τρόπο και το επιτόκιο που αυτό θα εκτοκίζεται.
    · Το ότι ο αποχαρακτηρισμός του δανειολήπτη ως συνεργάσιμου μπορεί να έχει ως συνέπεια τον αποκλεισμό του από ειδικές ευεργετικές διατάξεις της νομοθεσίας (Ν. 3869/2010 και Ν. 4354/2015).

Ο δανειολήπτης δικαιούται να υποβάλει ένσταση μετά την κατηγοριοποίηση του ως μη συνεργάσιμου.

Η τράπεζα αξιολογεί την ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη, λαμβάνοντας υπόψη σε κάθε περίπτωση το συνολικό ύψος και τη φύση των χρεών του (τυχόν οφειλών του έναντι άλλων ιδρυμάτων ή φορολογικών ή άλλων δημοσίων αρχών ή ασφαλιστικών φορέων) αλλά και  το ελάχιστο επίπεδο των “εύλογων δαπανών διαβίωσης” και παράγοντες όπως:  ηλικία, επάγγελμα, οικογενειακή κατάσταση, υγεία κ.λπ.

Το “Τυποποιημένο Έγγραφο Πρότασης Λύσεων Ρύθμισης ή Οριστικής Διευθέτησης” πρέπει να παραδοθεί από την τράπεζα  το πολύ σε τέσσερις μήνες. Ο δανειολήπτης μετά ή  παρέχει τη συναίνεσή του στην προτεινόμενη ή σε μία από τις προτεινόμενες λύσεις ή αντιπροτείνει γραπτώς ζητώντας αν το επιθυμεί τη διαμεσολάβηση τρίτου φορέα της επιλογής του ή δηλώνει γραπτώς ότι αρνείται να συναινέσει σε οποιαδήποτε πρόταση.

Ευπαθείς ομάδες
Προβλέπονται ειδικοί όροι για τον  χειρισμό  δανειοληπτών που εντάσσονται σε κοινωνικά ευπαθείς ομάδες
· Το ίδρυμα οφείλει να υιοθετήσει πολιτική χειρι- σμού δανειοληπτών με ειδικά προβλήματα υγείας (όπως όρασης, ακοής, βαριάς ή μακροχρόνιας ασθένειας, νοητικών προβλημάτων) που αιτιολογούν εναλλακτικούς τρόπους επικοινωνίας, ενσωματώνοντας στην πολιτική του σχετικά κριτήρια.
· Λαμβάνει τη σχετική πληροφόρηση και τεκμηρίωση από δανειολήπτη οφείλει να προσαρμόζει αναλόγως τον τρόπο επικοινωνίας μαζί του.

  • Σε συνεργάσιμο δανειολήπτη για τον οποίο τεκμηριώνεται ιδιαίτερη οικονομική δυσχέρεια, ήτοι εισόδημα μικρότερο από το ελάχιστο επίπεδο των “ευλόγων δαπανών διαβίωσης” και απουσία ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων δικών του, της συζύγου ή των τέκνων του, πλην της κατοικίας, στην οποία ο δανειολήπτης διαμένει και η αντικειμενική αξία της οποίας δεν υπερβαίνει το ποσό των ευρώ εκατόν σαράντα χιλιάδων (140.000), το ίδρυμα προτείνει:  λύση μακροχρόνιας ρύθμισης (για το χρονοδιάγραμμα και το ύψος των καταβλητέων δόσεων, λαμβάνονται υπόψη όλοι οι προφανείς παράγοντες που μπορεί ευλόγως να επηρεάσουν την ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη)  ή  πρόταση οριστικής διευθέτησης  (συνεκτιμώντας για την επιλογή της και στην περίπτωση αυτή τα ειδικά χαρακτηριστικά του δανειολήπτη και ιδίως αν παράλληλα με την οικονομική δυσχέρεια συντρέχουν προβλήματα υγείας).

Κάθε διάταξη που εφαρμόζεται επί δανειολήπτη με οφειλές σε καθυστέρηση εφαρμόζεται, αντιστοίχως, και επί των εγγυητών.

Οι τράπεζες  μέχρι το  τέλος Οκτωβρίου 2016 θα υποβάλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος, την πολιτική και καταγεγραμμένες διαδικασίες που θέσπισαν και υιοθετούν. Η  Τράπεζα της Ελλάδος θα αποδέχεται καταγγελίες, τις οποίες θα διερευνά χωρίς όμως να επιλαμβάνεται εξατομικευμένων διαφορών που προκύπτουν μεταξύ δανειστών και οφειλετών.[:]