Πτώχευση και πρόληψη αφερεγγυότητας – Διαγραφή οφειλών με μέγιστο 75% της οφειλής

Παρατείνονται κατά 1 μήνα οι δόσεις των ασφαλιστικών ρυθμίσεων των πληττόμενων
2 Ιουλίου, 2021
Οι τράπεζες, η κρίση και το «φαινόμενο κέτσαπ»
2 Ιουλίου, 2021
Δείτε τα όλα

Πτώχευση και πρόληψη αφερεγγυότητας – Διαγραφή οφειλών με μέγιστο 75% της οφειλής

02/07/2021

Ποιες αλλαγές φέρει η νέα διαδικασία για την πρόληψη αφερεγγυότητας φυσικού ή νομικού προσώπου

Η διαγραφή βασικής οφειλής με βάση τις νέες διατάξεις που προτείνει η κυβέρνηση για της πρόληψη αφερεγγυότητας δεν δύναται σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει ποσοστό 75% επί της βασικής οφειλής, στην οποία δεν περιλαμβάνονται οι βασικές οφειλές από παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους ή ασφαλιστικές εισφορές.
Επίσης στην περίπτωση κατά την οποία η οφειλή προς το Δημόσιο προέρχεται από αυτοτελή πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη Φορολογική Διοίκηση, δεν μπορεί να διαγραφεί ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό μεγαλύτερο από το 75% επί της βασικής οφειλής.
i) για ποσά έως χίλια (1.000) ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του είκοσι τοις εκατό (20%),
ii) για ποσά μεγαλύτερα των χιλίων (1.000) ευρώ, μείωση ίση ή μεγαλύτερη του τριάντα τοις εκατό (30%), όπως οι αποδοχές αυτές δηλώνονται στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και την Ενιαία Αρχή Πληρωμών».

Ορισμός και σκοπός της εξυγίανσης

Η διαδικασία εξυγίανσης αποτελεί συλλογική προπτωχευτική διαδικασία, που αποσκοπεί στη διατήρηση, αξιοποίηση, αναδιάρθρωση και ανόρθωση της επιχείρησης με την επικύρωση της συμφωνίας που προβλέπεται στο παρόν κεφάλαιο, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούται η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών.
Η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών θεωρείται ότι πληρούται αν η συμφωνία εξυγίανσης:
α) δεν φέρει οποιονδήποτε μη συναινούντα πιστωτή ή πιστωτή του οποίου η συναίνεση συνάγεται εκ του νόμου σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη και
β) δεν έχει ως αποτέλεσμα, οποιοσδήποτε από τους μη συναινούντες πιστωτές, ο οποίος έχει κυριότητα επί πράγματος ή είναι εκδοχέας απαιτήσεων, ιδίως στο πλαίσιο χρηματοδοτικής μίσθωσης ή πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων και έχει δικαίωμα να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του κατά του οφειλέτη από τα περιουσιακά στοιχεία αυτά, να υποχρεωθεί να λάβει ποσά μικρότερα από αυτά που θα ελάμβανε ή θα λάβει ασκώντας τα συμβατικά του δικαιώματα σε σχέση με τα περιουσιακά αυτά στοιχεία.»

«Το Δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, δημόσιες επιχειρήσεις και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης δύνανται να συναινούν στη σύναψη συμφωνίας εξυγίανσης, ακόμα και όταν με τη συμφωνία παραιτούνται από προνόμια και εξασφαλίσεις ενοχικής ή εμπράγματης φύσης και από ένδικά μέσα ή βοηθήματα.
Κατ’ εξαίρεση, η συναίνεση αυτή δεν παρέχεται στην περίπτωση που, λόγω της εφαρμογής της συμφωνίας εξυγίανσης, οι ως άνω φορείς θα περιέρχονταν σε χειρότερη θέση ως προς τις βεβαιωμένες ή ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις τους κατά τον χρόνο υπογραφής της συμφωνίας εξυγίανσης σε σχέση με τη θέση στην οποία θα περιέρχονταν ως προς τις απαιτήσεις αυτές
Δεν επιτρέπεται:
αα) να φέρουν οποιονδήποτε καταλαμβανόμενο πιστωτή σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως ισχύει κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, ανεξάρτητα από τον χρόνο επιβολής κατάσχεσης ή επίδοσης επιταγής προς εκτέλεση και,
ββ) να έχει ως αποτέλεσμα, οποιοσδήποτε από τους μη συναινούντες πιστωτές, ο οποίος έχει κυριότητα επί πράγματος ή είναι εκδοχέας απαιτήσεων, ιδίως στο πλαίσιο χρηματοδοτικής μίσθωσης ή πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων και έχει δικαίωμα να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του κατά του οφειλέτη από τα περιουσιακά στοιχεία αυτά, να υποχρεωθεί να λάβει ποσά μικρότερα από αυτά που θα ελάμβανε ή θα λάβει ασκώντας τα συμβατικά του δικαιώματα σε σχέση με τα περιουσιακά αυτά στοιχεία».

Βελτίωση ρυθμίσεων κατά την πτώχευση


Τεκμαίρεται ότι ο οφειλέτης βρίσκεται σε παύση πληρωμών όταν δεν καταβάλει ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 40% των συνολικών ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του για περίοδο τουλάχιστον έξι (6) μηνών, εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ.
Η επιλεκτική εκπλήρωση ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων δεν αίρει την παύση πληρωμών, η οποία μπορεί να συνίσταται και στην αδυναμία εκπλήρωσης ακόμα και μίας σημαντικής ληξιπρόθεσμης χρηματικής οφειλής. Το τεκμήριο της παρούσας είναι μαχητό».
Μικρού αντικειμένου πτωχεύσεις ορίζονται αυτές στις οποίες ο οφειλέτης ικανοποιεί τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας του άρθρου 2 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251).
Στην περίπτωση των νομικών προσώπων, εάν το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών υπερβαίνει τα δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ δεν θεωρούνται πολύ μικρή οντότητα. Στην περίπτωση των φυσικών προσώπων, το κριτήριο που αφορά το ενεργητικό εφαρμόζεται στην περιουσία του προσώπου.

Φυσικά πρόσωπα


Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή του οφειλέτη, στην πτωχευτική περιουσία ανήκει το μέρος του ετησίου εισοδήματός του, αφού αφαιρεθούν οι φόροι και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, που υπερβαίνει το ποσό των ετήσιων ευλόγων δαπανών διαβίωσης ή το δωδεκαπλάσιο του ακατάσχετου λογαριασμού.

Λύση συμβάσεων και εξαιρέσεις


Η κήρυξη πτώχευσης, στην οποία εφαρμόζεται η κατ’ ιδίαν εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.
Εάν η απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση προβλέπει την εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή των επιμέρους λειτουργικών συνόλων αυτής, η κήρυξη της πτώχευσης δεν επιφέρει τη λύση των συμβάσεων της παρ. 1, ο δε σύνδικος δικαιούται με έγγραφη δήλωση προς τον αντισυμβαλλόμενό του να επιλέξει τη συνέχιση ή τη λύση της σύμβασης υποκαθιστώντας την ομάδα των πιστωτών στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του οφειλέτη.
Επιπλέον, στην περίπτωση αυτή, εντός τριάντα (30) ημερών από την κήρυξη της πτώχευσης, ο αντισυμβαλλόμενος δικαιούται να τάξει στον σύνδικο εύλογη προθεσμία προς άσκηση του δικαιώματος επιλογής, μη δυνάμενη να είναι μεγαλύτερη των τριάντα (30) ημερών. Εάν ο σύνδικος δεν απαντήσει εντός της εύλογης προθεσμίας που έταξε ο αντισυμβαλλόμενος, ο αντισυμβαλλόμενος δικαιούται να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση και να απαιτήσει αποζημίωση λόγω μη εκπλήρωσης, ικανοποιούμενος ως πτωχευτικός πιστωτής.

Περιορίζονται στο τριάντα τοις εκατό (30%) των νόμιμων ποσών οι αμοιβές και τα δικαιώματα των συμβολαιογράφων, των δικηγόρων, των δικαστικών επιμελητών και των υποθηκοφυλάκων για κάθε σύμβαση ή πράξη που αφορά τη διαδικασία πτωχευτικής εκκαθάρισης του Κεφαλαίου Β’ του Πέμπτου Μέρους του Δευτέρου Βιβλίου, της εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών του Κεφαλαίου Α΄ του Μέρους Δευτέρου του Πρώτου Βιβλίου, της εξυγίανσης του Κεφαλαίου Β΄ του Μέρους Δευτέρου του Πρώτου Βιβλίου, ή την άσκηση του δικαιώματος του άρθρου 219.»

Η μεταγραφή των ακινήτων και εμπραγμάτων δικαιωμάτων γενικώς που μεταβιβάζονται από τα συγχωνευόμενα πιστωτικά ιδρύματα στο όνομα του από τη συγχώνευση προερχόμενου νέου πιστωτικού ιδρύματος ή του απορροφώντος, εφόσον δεν υπάρχει περιγραφή αυτών στη σύμβαση ή το καταστατικό, γίνεται εφαρμοζομένων κατ΄ αναλογία των διατάξεων του άρθρου 1197 του Αστικού Κώδικα, με καταχώριση στα οικεία βιβλία μεταγραφών ή στα οικεία κτηματολογικά φύλλα αποσπάσματος της σύμβασης ή του καταστατικού, στο οποίο να εμφαίνεται ότι το απορροφούν ή το νέο πιστωτικό ίδρυμα είναι καθολικός διάδοχος των συγχωνευομένων, με έκθεση που περιέχει τα απαιτούμενα από το άρθρο 1194 του Α.Κ. στοιχεία των εμπραγμάτων δικαιωμάτων και την ταυτότητα των ακινήτων που αφορούν.

Πηγή: bankingnews.gr