Τράπεζες: Το στοίχημα διατήρησης των κερδών στην εποχή μείωσης των επιτοκίων

Μειώθηκε η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια – Τι δείχνουν τα στοιχεία
18 Οκτωβρίου, 2024
Το κυβερνητικό σχέδιο για τις τράπεζες – Παρεμβάσεις σε 3 άξονες
18 Οκτωβρίου, 2024
Δείτε τα όλα

Τράπεζες: Το στοίχημα διατήρησης των κερδών στην εποχή μείωσης των επιτοκίων

18/10/2024

Το α’ 6μηνο του 2024 «έκλεισε» για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες με κέρδη 2,4 δις ευρώ και κέρδη από τόκους άνω των 4 δις ευρώ και στο τέλος του έτους εκτιμάται το έσοδα από τόκους να «σπάσουν» το φράγμα των 8 δις ευρώ.

Ηδιατήρηση των εσόδων από τόκους που τροφοδότησε την κερδοφορία, βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα των ελληνικών τραπεζών και ενώ βρισκόμαστε σε τροχιά μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ, που χθες προχώρησε στην 3η κατά σειρά μείωση από τον Ιούνιο, κατά 25 μονάδες βάσης, με το επιτόκιο καταθέσεων να διαμορφώνεται στο 3,25%, δηλαδή στο επίπεδο του Μαϊου του 2023.

Οι τράπεζες εκτιμούν πως για κάθε μείωση κατά 25 μ.β. τα επιτοκιακά έσοδα θα μειώνονται κατά 12 εκατ. ευρώ στην Alpha Bank, 25 εκατ. ευρώ στη Eurobank, 25 – 30 εκατ. ευρώ στην Τράπεζα Πειραιώς και 30 – 35 εκατ. ευρώ στην Εθνική Τράπεζα.

Τα κέρδη

Υπενθυμίζεται ότι το α’ 6μηνο του 2024 «έκλεισε» για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες με κέρδη 2,4 δις ευρώ και κέρδη από τόκους άνω των 4 δις ευρώ και στο τέλος του έτους εκτιμάται το έσοδα από τόκους να «σπάσουν» το φράγμα των 8 δις ευρώ.

Με δεδομένο ότι το δανειακό χαρτοφυλάκιο είναι κυρίως κυμαινόμενου επιτοκίου τα έσοδα από τόκους θα πιεστούν περαιτέρω από την άλλη πλευρά ωστόσο η αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού αναμένεται να αυξήσει τη ζήτηση για δάνεια από νοικοκυριά και επιχειρήσεις και να έχει θετική επίδραση στην πιστωτική επέκταση.

Επιπρόσθετα, η μείωση των επιτοκίων δανεισμού μειώνει τον κίνδυνο δημιουργίας νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, ο οποίος ούτως ή αλλιώς περιορίστηκε σημαντικά λόγω του «παγώματος» του κυμαινόμενου επιτοκίου στα στεγαστικά, στο οποίο προχώρησαν οι τράπεζες και θα ισχύσει μέχρι την άνοιξη του 2025. 

Οι απώλειες

Ετσι, μέρος των απωλειών που θα προκύψουν από τη μείωση των επιτοκίων στα υφιστάμενα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου αναμένεται να καλυφθούν από τα επιτοκιακά έσοδα των νέων δανείων.

Οι τράπεζες εκτιμούν ότι θα πετύχουν ή και θα ξεπεράσουν τους στόχους πιστωτικής επέκτασης για το 2024 και τα αποτελέσματα του 9μήνου που θα ανακοινωθούν το πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου θα δείξουν αν και κατά πόσο θα συμβεί αυτό καθώς μεγάλες εκταμιεύσεις που συνδέονται και με συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα όπως το RRF αναμένονται τους αμέσως επόμενους μήνες.

Επιπρόσθετα, το κόστος των καταθετικών λογαριασμών παραμένει χαμηλό – οι πλειοψηφία των καταθέσεων είναι πρώτης ζήτησης (ταμιευτηρίου – τρεχούμενοι) και έχει πατήσει «φρένο» η μετάβαση προς προθεσμιακές καταθέσεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 25% των καταθέσεων. 

Το κόστος των καταθέσεων εξάλλου θα μειωθεί καθώς πολλές από τις προθεσμιακές λήγουν στο τέλος του χρόνου και όσοι τις ανανεώσουν θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για μικρότερη ανταμοιβή, καθώς τα επιτόκια τους θα προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.

Η κατάσταση στα αμοιβαία

Οσοι εξάλλου αποφασίσουν να αυγατίσουν τις αποταμιεύσεις τους μέσω εναλλακτικών προϊόντων (αμοιβαία κλπ) θα πετύχουν μεγαλύτερες αποδόσεις ενώ οι τράπεζες θα αυξήσουν τα έσοδα τους από προμήθειες.

Σημειώνεται ότι τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες έχουν δώσει μεγάλο βάρος στην προώθηση wealth προϊόντων ακολουθώντας στρατηγική των ευρωπαϊκών τραπεζών. 

Είναι χαρακτηριστικά ότι τα έσοδα από προμήθειες ως ποσοστό στα λειτουργικά έξοδα ήταν 17,2% στο α’ 6μήνο του 2024 για τις ελληνικές τράπεζες, όταν ο ευρωπαϊκό μέσος όρος ήταν 28,77% με την Γαλλία να βρίσκεται στο 36,92%.

Σημειώνεται ότι οι τράπεζα με hedging αντισταθμίζουν την απώλεια των εσόδων τους λόγω της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων.

Σε ότι αφορά τους δανειολήπτες για ένα στεγαστικό δάνειο με άληκτο κεφάλαιο 100.000 ευρώ με τρέχον τελικό κυμαινόμενο επιτόκιο 6% (συμπεριλαμβανομένου Ν. 128/75) και υπολειπόμενη διάρκεια 360 μήνες (30 χρόνια) η μηνιαία δόση διαμορφώνεται σε κάτι λιγότερο από 600 ευρώ ή περίπου 50 ευρώ χαμηλότερα όταν το επιτόκιο ήταν 6,75%

ΠΗΓΗ: imerisia.gr