Ζεσταίνονται οι χορηγήσεις προς επιχειρήσεις

ΤτΕ: Αμετάβλητο το επιτόκιο των νέων καταθέσεων, αυξήθηκε το επιτόκιο των νέων δανείων
6 Μαΐου, 2022
Tαμείο ανάκαμψης – Η μεγάλη λίστα των μεταρρυθμίσεων που έρχονται
6 Μαΐου, 2022
Δείτε τα όλα

Ζεσταίνονται οι χορηγήσεις προς επιχειρήσεις

06/05/2022

Νέα δάνεια 1,4 δισ. ευρώ προς επιχειρήσεις εκταμιεύθηκαν στο πρώτο δίμηνο του έτους, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ενώ τα στοιχεία των τεσσάρων συστημικών δείχνουν ότι το συνολικό ποσό στο α’ τρίμηνο ξεπέρασε τα 2,5 δισ., με την καθαρή πιστωτική επέκταση να είναι θετική κατά 869 εκατ. ευρώ.

Η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις εμφανίζεται αυξημένη κατά 25%, σε ετήσια βάση, το α’ τρίμηνο, κυρίως μέσω μεγάλων δανείων (άνω του 1 εκατ. ευρώ) τακτής λήξης και με αύξηση των εκταμιεύσεων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Προς τις τελευταίες και, ειδικά προς τις μικρές, θετικά συνέβαλαν τα προγράμματα Pan European, τα οποία προσφέρουν μεγάλα ποσοστά εγγυήσεων (35%-75%) και χαμηλό επιτόκιο μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

Μικρές επιχειρήσεις

Σύμφωνα με τα στοιχεία της αγοράς, τα δάνεια προς μικρές επιχειρήσεις στο πρώτο τρίμηνο ξεπέρασαν τα 320 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση σε σχέση με το περσινό τρίμηνο. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, σχεδόν τα μισά από αυτά εκταμιεύθηκαν τον Μάρτιο και λόγω των προγραμμάτων Pan European. Ο στόχος για φέτος έχει τεθεί στα 2 δισ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι οι εκταμιεύσεις προς μικρές επιχειρήσεις το 2021 είχαν διαμορφωθεί σε περίπου 1,4 δισ. ευρώ

Προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Η αύξηση των χορηγήσεων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ξεκίνησε να διαφαίνεται από το πρώτο δίμηνο. Πέρσι, στο α’ δίμηνο, το 36% των νέων δανείων αφορούσαν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ στο α’ δίμηνο του 2022, το ποσοστό αυτό αυξήθηκε στο 46%. Η ίδια τάση διατηρήθηκε τον Μάρτιο και, σύμφωνα με πληροφορίες, διατηρείται μέχρι σήμερα.

Μεγάλες επιχειρήσεις

Σε ό,τι αφορά στις μεγάλες επιχειρήσεις, τα νέα δάνεια ξεπέρασαν τα 2 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο, με τον ετήσιο στόχο να κυμαίνεται γύρω στα 3-4 δισ. ευρώ, δηλαδή ανάμεσα από το ποσό του 2019 (4,5 δισ.) και του 2021 (1,7 δισ.). Το μίγμα που συνθέτει τις τάσεις στη ζήτηση και τις εκταμιεύσεις δανείων είναι διαφορετικό από πέρσι, αλλά και από το πρώτο δίμηνο.

Τουρισμός

Πάντος, η προετοιμασία για τον τουρισμό και οι αυξημένες υποχρεώσεις λόγω ανατιμήσεων αποτελούν τις δύο βασικές δυνάμεις που επικρατούν στις χρηματοδοτήσεις αυτή τη περίοδο. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μετά την αρνητική καθαρή πιστωτική επέκταση του Ιανουαρίου κατά 1 δισ. (παρά τις νέες εκταμιεύσεις 800 εκατ. ευρώ), στο επόμενο δίμηνο Φεβρουαρίου-Μαρτίου πραγματοποιήθηκε θετική πιστωτική επέκταση 1,8 δισ. ευρώ. Παράλληλα, οι επιχειρήσεις χρησιμοποίησαν και τη δική τους ρευστότητα (περίπου 800 εκατ.).

Σύμφωνα με τις τράπεζες, ο συνδυασμός της ακρίβειας, της αβεβαιότητας και της προετοιμασίας για την τουριστική περίοδο, η μεγαλύτερη ζήτηση για δάνεια προέρχεται από τους κλάδους του εμπορίου, των μεταφορών, της ενέργειας, της εστίασης και των ξενοδοχείων. Παράλληλα, υπάρχει ζήτηση και από άλλους κλάδους λόγω επενδυτικών πλάνων, όπως από εκείνον των υποδομών.

Αβεβαιότητα και πληθωρισμός

Το πώς θα κινηθεί η χρηματοδότηση τους επόμενους μήνες εξαρτάται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, την ενεργειακή κρίση και τον πληθωρισμό, αλλά και από την πορεία των επιτοκίων. Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη και με την Τράπεζα της Ελλάδος, ο πληθωρισμός δημιουργεί συνθήκες για αύξηση της ζήτησης για δανεισμό. Ο πρώτος λόγος είναι ότι αυξάνονται οι υποχρεώσεις. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το πραγματικό κόστος δανεισμού μειώνεται. Όσο αυξάνεται ο πληθωρισμός, δεν είναι συμφέρον να παραμένουν τα κεφάλαια ως ρευστότητα (αρνητικά πραγματικά επιτόκια καταθέσεων), οπότε θα πρέπει να επενδυθούν, ακόμα και με χρηματοδότηση. Έτσι, ένα μέρος του υψηλότερου επιτοκίου δανεισμού θα το “έτρωγε” ο πληθωρισμός. Ταυτόχρονα, σήμερα οι τράπεζες προσφέρουν δάνεια -επιχειρηματικά και λιανικής- με σταθερό επιτόκιο για όλη τη διάρκεια. Η αβεβαιότητα, όμως, τόσο για τις γεωπολιτικές εξελίξεις όσο και για επιτόκια, επιδρά αρνητικά.

Οι τάσεις του τριμήνου

Σε ό,τι αφορά στο πρώτο τρίμηνο και μέχρι σήμερα, οι κύριοι παράγοντες που συνθέτουν τις τάσεις είναι οι εξής:

Πρώτον, οι μεγάλες εκταμιεύσεις τους πρώτους μήνες οφείλεται κυρίως από υφιστάμενες συμφωνίες από το 2021. Για παράδειγμα, μόνο μία συστημική τράπεζα εκταμίευσε δάνεια 1,3 δισ. στο πρώτο 2μηνο που αφορούσαν ήδη κλεισμένες συμφωνίας.

Δεύτερον, οι επενδύσεις μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης δημιουργούν μεγαλύτερες χρηματοδοτικές ανάγκες συνολικά, αλλά τα δάνεια των τραπεζών περιορίζονται, καθώς οι επενδύσεις συγχρηματοδοτούνται και υπάρχουν πολλές επιδοτήσεις. Για παράδειγμα, για ένα επενδυτικό σχέδιο 100 ευρώ, ο τραπεζικός δανεισμός αντιστοιχεί σε 30 ευρώ, ενώ τα υπόλοιπα 70 προέρχονται από το Ταμείο Ανάκαμψης (50 ευρώ και ίδια συμμετοχή 20 ευρώ). Έτσι, οι στόχοι των τραπεζών για δάνεια στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης (που αφορούν κυρίως μεγάλες επιχειρήσεις) δεν ξεπερνούν το συνολικό ποσό του 1-1,5 δισ. ευρώ για το 2022. Το υπόλοιπο ποσό μέχρι τον ετήσιο στόχο των 3-4 δισ. ευρώ θα αφορούν δάνεια προς μεγάλες και μικρές επιχειρήσεις εκτός Ταμείου Ανάκαμψης.

Τρίτον, ο τουρισμός και γενικότερα οι επιχειρήσεις που συνδέονται με αυτόν (ξενοδοχεία, εστίαση, μεταφορές) προετοιμάζονται για μια καλή τουριστική σεζόν το καλοκαίρι, οπότε η στάθμιση του κόστους (επενδύσεις, αποθέματα) και του διαφυγόντος εσόδου είναι διαφορετική από άλλους κλάδους. Για το λόγο αυτό παρατηρείται αύξηση της ζήτησης και της εκταμίευσης δανείων σε αυτούς τους κλάδους.

Τέταρτον, η ανοδικές τάσεις στα επιτόκια και η αβεβαιότητα στις αγορές δυσκολεύουν κάποιους κλάδους και επιχειρήσεις να σκεφτούν την άντληση κεφαλαίων, πχ μέσω ομολόγων ή μετοχών και στρέφονται προς τον τραπεζικό δανεισμό. Σε αυτό έχουν βοηθήσει και τα επιχειρηματικά δάνεια που έχουν λανσαριστεί με σταθερό επιτόκιο που αφορούν, όμως μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Πέμπτον, από τα τέλη Φεβρουαρίου που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία αυξήθηκε η αβεβαιότητα, η οποία αναμένεται να επιβραδύνει τη ζήτηση για δάνεια που αφορούν κυρίως σε επενδύσεις. Αυτό, ίσως, φανεί στα στοιχεία του δευτέρου ή τρίτου τριμήνου και εξαρτάται από τη διάρκεια και την ένταξη των εξελίξεων. Η διαφορά φάσης οφείλεται κυρίως στον χρόνο που μεσολαβεί μεταξύ της απόφασης για επένδυσης, διαπραγμάτευσης με τράπεζες και εκταμίευσης.

Έκτον, η ενεργειακή κρίση έχει προκαλέσει σημαντικές ανατιμήσεις σε πρώτες ύλες, στο κόστος παραγωγής και γενικότερα στην κοστολόγηση των επενδύσεων. Αυτό λειτουργεί ανασταλτικά σε ορισμένες επενδύσεις, ενώ άλλοι σε άλλους κλάδους, η ακρίβεια δημιουργεί μεγαλύτερες ανάγκες χρηματοδότησης.

Έβδομον, οι ελλείψεις από τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, πέραν της αύξησης του κόστους, σχετίζονται με τον προγραμματισμό των αποθεμάτων και με την προετοιμασία των επιχειρήσεων να είναι έτοιμες να ανταποκριθούν στη ζήτηση. Το ύψος των αποθεμάτων και το ποσοστό ανταπόκρισης στη ζήτηση εξαρτώνται από το κόστος αγοράς και από διαφυγόν κέρδος από μη ικανοποίηση της ζήτησης. Αυτά τα στοιχεία για κάθε κλάδο και επιχείρηση είναι διαφορετικά.

Πηγή: Capital.gr