02/10/2020
Οι κομβικές παρεμβάσεις που προτείνει ο Οργανισμός στην κυβέρνηση για την υλοποίηση της νέας προγραμματικής περιόδου 2021-2027. Η βαρύτητα της Αττικής και οι εκτιμήσεις για το πότε θα επιστρέψουμε στο… 2008.
Τέσσερις βασικές συστάσεις για την αποτελεσματική αξιοποίηση του νέου ΕΣΠΑ, δηλαδή των πόρων της προγραμματικής περιόδου 2021-2027, απευθύνει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, το οποίο ζήτησε τη συνδρομή-γνώμη του Οργανισμού για το συγκεκριμένο θέμα.
Ειδικότερα, στη μελέτη που εκπόνησε και η οποία θα παρουσιαστεί διαδικτυακά, ο ΟΟΣΑ προτρέπει τις ελληνικές αρχές να δομήσουν συγκεκριμένους πυλώνες αξιοποίησης των πόρων, οι οποίοι με τις επιμέρους «αρθρώσεις» τους θα μπορούσαν να στηρίξουν την προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, η οποία, πέραν της καταβύθισης που υπέστη τα προηγούμενα χρόνια, πλέον αντιμετωπίζει και τις επιπτώσεις της πανδημίας της Covid-19.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εκτιμήσεις της εν λόγω μελέτης του ΟΟΣΑ δεν είναι αισιόδοξες, καθώς με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης στο 2% «προβλέπουν» επαναφορά της οικονομίας στα προ μνημονίων επίπεδα εντός 15 ετών. Ωστόσο, το χρονικό αυτό διάστημα μπορεί να μειωθεί σχεδόν στο μισό, εάν υπάρξει μια στοχευμένη διάχυση των πόρων του νέου ΕΣΠΑ στην περιφέρεια Αττικής, ώστε η περιφέρεια να «πετύχει» ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 3%. Για την εκτίμηση αυτή, υπάρχει και η σχετική αιτιολόγηση του Οργανισμού.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα περιόρισε αποτελεσματικά την εξάπλωση της πανδημίας Covid -19, ωστόσο ο αρνητικός αντίκτυπος στον τουρισμό, sτις επενδύσεις και sτα δημόσια οικονομικά επιβραδύνουν τη μακροπρόθεσμη ανάκαμψη της χώρας.
Οι επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19 στον τουριστικό τομέα είναι πρωτοφανείς, αναφέρει ο Οργανισμός επισημαίνοντας ότι ο τουρισμός έχει πληγεί σοβαρά, ειδικά σε μέρη όπου ο τομέας υποστηρίζει πολλές θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις. Οι εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ σχετικά με την επίδραση της Covid-19 παρουσιάζουν μείωση κατά 60% στον διεθνή τουρισμό. Η εκτίμηση αυτή αυξάνει στο 75% εφόσον δεν υπήρξε ανάκαμψη τον Σεπτέμβριο και έως και 80%, εάν η ανάκαμψη ξεκινήσει τον Δεκέμβριο του 2020. Ο εγχώριος τουρισμός θα ανακάμψει πιο γρήγορα, αλλά δεν θα είναι σε θέση να αντισταθμίσει πλήρως τη μείωση στον διεθνή τουρισμό, εκτιμά ο Οργανισμός.
Μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, η ελληνική οικονομία άρχισε να ανακάμπτει το 2017, ωστόσο, η πορεία αυτή αναχαιτίστηκε εξαιτίας της Covid-19, σημειώνει ο ΟΟΣΑ και επισημαίνει ότι η μοναδική γεωμορφολογία της Ελλάδας επηρεάζει την κατανομή του πληθυσμού και την υψηλή συγκέντρωση οικονομικών δραστηριοτήτων στις αστικές περιοχές. Σε σύγκριση με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ με ευρείες αραιοκατοικημένες περιοχές, συγκριτικά περισσότεροι άνθρωποι ζουν σε αγροτικές περιοχές στην Ελλάδα και ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες, με δυσκολία πρόσβασης σε πόλεις.
Η Ελλάδα, συνεχίζει ο Οργανισμός, εμφανίζει τώρα τον 9ο υψηλότερο δείκτη περιφερειακών ανισοτήτων ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ των 30 χωρών του ΟΟΣΑ. Η μεγαλύτερη μείωση στην παραγωγικότητα, εξαιτίας της κρίσης του 2008, σημειώθηκε στα απομακρυσμένα νησιά αλλά και στη Δυτική Ελλάδα και στην Αττική.
Η Αττική, η οποία συνεισέφερε το 48% του εθνικού ΑΕΠ και το 43% της απασχόλησης έως το 2017, υπέστη δυσανάλογο πλήγμα κατά τη διάρκεια της κρίσης, με μείωση κατά περίπου 10% του συνολικού πληθυσμού της. Μαζί με την Κεντρική Μακεδονία, κατέγραψε απώλεια μεγαλύτερη από το ήμισυ (58%) των συνολικών θέσεων εργασίας που χάθηκαν στην Ελλάδα.
Αυτοί οι οικονομικοί κραδασμοί ήταν τόσο έντονοι, ώστε ορισμένες ελληνικές υστερούσες περιφέρειες να έχουν συγκλίνει με το επίπεδο παραγωγικότητας της Αττικής -το οποίο παραμένει κατώτερο των δυνατοτήτων της. Ωστόσο, αυτού του είδους η περιφερειακή σύγκλιση θεωρείται εσφαλμένη.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης, με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 2% περίπου, η Ελλάδα θα επανέλθει στα επίπεδα προ κρίσης σε 15 χρόνια. Αντιθέτως, αν ο ρυθμός ανάπτυξης της Αττικής ανέλθει στο 3%, η περίοδος ανάκαμψης της Ελλάδας θα μειωθεί κατά το ήμισυ περίπου, στα 8 χρόνια.
Επομένως, η ανασυγκρότηση της παραγωγικότητας της Αθήνας έχει ζωτική σημασία για την ώθηση της εθνικής ανάπτυξης της Ελλάδας, ιδιαιτέρως υπό τις τρέχουσες συνθήκες της παγκόσμιας επιβράδυνσης λόγω Covid-19, αναφέρει ο ΟΟΣΑ, τονίζοντας ωστόσο ότι η ανάκαμψη της Αττικής δεν θα πρέπει να αποτελέσει μεμονωμένο φαινόμενο. Η εξισορροπημένη και εκτεταμένη ανάπτυξη όλων των ελληνικών περιφερειών είναι απαραίτητη.
Όπως υπογραμμίζεται στη μελέτη, οι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διαδικασία ανάκαμψης και θα συνεχίσουν να είναι σημαντικοί και στο μέλλον. Εκφράζουν ποσοστό μεγαλύτερο από το 80% των ελληνικών δημόσιων επενδύσεων και, σύμφωνα με την ανάλυση της μελέτης, εκτιμάται ότι μεταξύ του 2009 και του 2018, κάθε ευρώ των Διαρθρωτικών Ταμείων στην Ελλάδα παρήγαγε επιπλέον 64 λεπτά του ΑΕΠ.
Η Ελλάδα, συνεχίζει η μελέτη, έχει ήδη προχωρήσει σε έναν εντυπωσιακό αριθμό διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε εθνική κλίμακα από τότε που ξέσπασε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση (από τη συνταξιοδοτική και τη φορολογική μεταρρύθμιση έως τη δικαιοσύνη, την αγορά εργασίας, τις δημόσιες επενδύσεις, τις κοινωνικές, ενεργειακές και περιβαλλοντικές πολιτικές), καθώς και σε μεταρρυθμίσεις όσον αφορά την αποκέντρωση και την ενίσχυση των δύο βαθμών τοπικής αυτοδιοίκησης.
Η χώρα βρίσκεται μπροστά σε νέες αναπτυξιακές προτεραιότητες, από την προώθηση της ψηφιοποίησης και τη βελτίωση των επιχειρηματικών και επιχειρησιακών οικοσυστημάτων έως την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων. Ταυτόχρονα, αυτές οι νέες προτεραιότητες πρέπει να αντιμετωπίσουν υφιστάμενες κοινωνικές προκλήσεις και να αμβλύνουν τις αυξανόμενες ανισότητες.
Η τρέχουσα πανδημία Covid-19 επιβραδύνει την ανάκαμψη και θέτει ξανά την ελληνική οικονομία σε κίνδυνο, σημειώνει ο ΟΟΣΑ και προσθέτει ότι ενώ οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της πανδημίας παραμένουν αβέβαιες, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να συντονίσει την πολιτική δράση σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι απώλειες θέσεων εργασίας και το κλείσιμο των επιχειρήσεων βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η εθνική στρατηγική ανάπτυξης πρέπει να συμπληρωθεί από μια νέα τοποκεντρική στρατηγική ανάπτυξης, όπου οι περιφέρειες, οι πόλεις, οι αγροτικές κοινότητες και οι δήμοι πρέπει να εναρμονίσουν τους στόχους τους και να αναλάβουν ενεργό ρόλο στην εκπλήρωση των εθνικών στόχων για την οικονομία, προσαρμόζοντας παράλληλα τις δημόσιες επενδύσεις και την παροχή υπηρεσιών στις τοπικές ανάγκες.
Για να φέρει σε πέρας αυτό το έργο, η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να προωθεί τη μεταρρύθμιση του συστήματος θεσμικής και δημοσιονομικής πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και να στηρίξει την πρόοδό τους καθώς και τη χρήση των κονδυλίων της ΕΕ κατά την προγραμματική περίοδο 2021-27, με ιδιαίτερη έμφαση στην περιφερειακή ανάπτυξη. Προκειμένου να στηρίξει την οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και τη συνεχιζόμενη κρίση της πανδημίας Covid-19, η μελέτη του ΟΟΣΑ προσδιορίζει τέσσερις συγκεκριμένες συστάσεις-δράσεις στις οποίες θα πρέπει προχωρήσει η χώρα.
Οι βασικές δράσεις και οι επιμέρους δράσεις τους είναι οι εξής:
Πηγή: Euro2day.gr